faire parler - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

faire parler - translation to Αγγλικά

GERMAN-CZECH ARCHITECT
Petr Parléř; Petr Parler; Parler, Peter
  • The choir of Holy Cross Minster, [[Schwäbisch Gmünd]], Germany
  • [[Frauenkirche, Nuremberg]], Germany, where the first sculpture by Peter Parler can be directly identified (1352–1356)
  • Tombstone of Peter Parler in St. Vitus Cathedral
  • Charles Bridge and the Old Town Bridge Tower
  • Interior of St. Vitus Cathedral, clearly showing the Parler-style balustrade

faire parler      
draw someone out

Ορισμός

laissez-faire
[?l?se?'f?:]
¦ noun a policy of non-interference, especially abstention by governments from interfering in the workings of the free market.
Derivatives
laisser-faireism noun
Origin
Fr., lit. 'allow to do'.

Βικιπαίδεια

Peter Parler

Peter Parler (German: Peter von Gemünd, Czech: Petr Parléř, Latin: Petrus de Gemunden in Suevia; 1333 – 13 July 1399) was a German-Bohemian architect and sculptor from the Parler family of master builders. Along with his father, Heinrich Parler, he is one of the most prominent and influential craftsmen of the Middle Ages. Born and apprenticed in the town of Schwäbisch Gmünd, Peter worked at several important late Medieval building sites, including Strasbourg, Cologne, and Nuremberg. After 1356 he lived in Prague, capital of the Kingdom of Bohemia and seat of the Holy Roman Empire, where he created his most famous works: St. Vitus Cathedral and the Charles Bridge.

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για faire parler
1. Il est tr';s risqué de faire parler des enfants.
2. Ron Hochuli Mardi 3 juillet 2007 Faire parler de soi.
3. La fusion va faire parler de nous en termes positifs.
4. C‘est un moyen de plus de faire parler de l‘endroit.
5. Cette fille de conseiller fédéral vient précisément de faire parler d‘elle cette semaine.